VILLAGES
NEARBY

ΑΡΚΑΔΙΑ

Όποιος δεν έχει επισκεφτεί την Αρκαδία, αγνοεί ότι ο παράδεισός είναι επίγειος. Δεν είναι τυχαίο ότι από την αρχαιότητα έως σήμερα, η Αρκαδία είναι ο μόνος τόπος-τοπίο, που έχει θρέψει την φαντασία τόσων μεγάλων ποιητών και ζωγράφων ανά τους αιώνες. Γιατί η Αρκαδία δεν είναι μόνο τόπος πραγματικός, αλλά και συμβολικός. Είναι η παραδείσια ουτοπία, όπου το ονειρικό σμίγει με το πραγματικό, ένας ναός της φύσης, όπου η θρησκευτικότητα σμίγει με την φυσιολατρεία.

Εκεί επέλεξε ο Πάνας, θεός της βουκολικής ζωής, να γεννηθεί, για να απολαμβάνει ανέμελος την συντροφιά των Νυμφών, υπνωτίζοντας με την μουσική της φλογέρας του τα ονειρικά τοπία της γενέτειράς του, μακριά από τους κεραυνούς του Ολύμπου. Είναι όμως κι ο θεός που με την ίδια φλογέρα σπέρνει στους εχθρούς του τον λεγόμενο ‘πανικό’, για να συνδράμει στην Τιτανομαχία τον ομογάλακτό του Ολύμπιο Δία και βασιλιά του δωδεκάθεου.

Όποιος δεν έχει αφουγκραστεί τα νερά του ποταμού του Διός, Λούσιου, να κυλούν κελαριστά κάτω από τα χνάρια του ναού του Ασκληπιού στην Αρχαία Γόρτυνα, όποιος δεν έχει ακούσει τα σφυρίγματα των ποιμένων να σμίγουν με τα χαρούμενα κουδουνίσματα των αιγοπροβάτων τους στον ιερό αυτό τόπο, δεν μπορεί να φανταστεί πως η ξεγνοιασιά της ταπεινής βουκολικής ζωής μπορεί ν’ αντηχήσει στα τρίσβαθα της ύπαρξης. Η Αρκαδία εμπνέει την θρησκευτικότητα, ακόμη και σ’ αυτούς που την απαρνούνται, αιχμαλωτίζει την ψυχή στα δικά της δίχτυα και την παραδίδει σε ονειροπόληση όσο καμία άλλη.

ΒΥΤΙΝΑ 30KM

Βυτίνα

Η Βυτίνα είναι ορεινό χωριό του νομού Αρκαδίας.Βρίσκεται σε υψόμετρο 1033 μέτρων, στο όρος Μαίναλο, σε μια κατάφυτη περιοχή που δεσπόζουν πεύκα, έλατα και καστανιές. Το όνομά της κατά την επικρατέστερη άποψη προέρχεται από τη λέξη «Βυθός» επειδή αρχικά ήταν κτισμένη σε λεκάνη ανάμεσα σε λόφους. Πιθανότερος χρόνος ίδρυσης της Βυτίνας φέρεται να είναι το 350 μ.Χ., σε απόσταση 2-3 χλμ. από τη σημερινή θέση, στη περιοχή Δαμασκηνιά.

Στην αρχαιότητα λατρευόταν εδώ η θεά Δήμητρα και ο ΊππιοςΠοσειδώνας, τα ερείπια του ναού του οποίου σώζονται στην είσοδο προς το χωριό Μαγούλιανα. Στην Ελληνική Επανάσταση του 1821, η Βυτίνα είχε αναγνωριστεί ως βακούφιο θεωρούμενο ως τόπος ιερός.

Υπήρξε κέντρο ανεφοδιασμού, με αποτέλεσμα η πόλη να παίξει καθοριστικό ρόλο στη διάρκεια του πολέμου με συνέπεια να πυρποληθεί επτά φορές από τον Ιμπραήμ. Μετά την απελευθέρωση και μέχρι τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Βυτίνα ήταν το μεγάλο εμπορικό κέντρο της περιοχής με σημαντικό παζάρι.

Σημαντικότερα αξιοθέατα στη Βυτίνα είναι ο Ι. Ναός του Αγίου Τρύφωνα που δεσπόζει στη πλατεία της κωμόπολης, ο οποίος οικοδομήθηκε το 1846 με κύριο υλικό μαύρο μάρμαρο από τη γύρω περιοχή, οι δύο παραδοσιακοί ξυλόφουρνοι που βρίσκονται κοντά στη κεντρική πλατεία, καθώς και το Λαογραφικό Μουσείο. Αυτό που χαρίζει στη πόλη την ιδιαίτερη ομορφιά, είναι ο δενδροσκέπαστος δρόμος που ξεκινά σχεδόν από την πλατεία και καταλήγει στον εθνικό δρόμο Τριπόλεως Βυτίνας.

Κύρια προϊόντα είναι το μέλι από κωνοφόρα δένδρα και τα κτηνοτροφικά, κρέας, τυρί κ.λπ.

ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ 21KM

Η Δημητσάνα είναι χτισμένη πάνω σε λoφοράχη σε υψόμετρο 950 μέτρων, από τη μεσημβρινή πλευρά της οποίας παρέχεται θαυμάσια θέα της πεδιάδας της Μεγαλόπολης και του Ταΰγετου.

Η ιστορία της αρχίζει κατά τους Ομηρικούς χρόνους, όταν στη θέση της βρισκόταν η μικρή αρκαδική πόλη Τεύθις. Η Δημητσάνα στα χρόνια της Τουρκοκρατίας διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο με το«κρυφό σχολειό» και το 1821 με το «Δημητσανίτικο μπαρούτι» που παρασκεύαζε.

Είναι πατρίδα του Εθνομάρτυρα Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε’, του οποίου το άγαλμα δεσπόζει στην κεντρική πλατεία του χωριού και του Μητροπολίτη Παλαιών Πατρών Γερμανού, όπου αμφοτέρων οι οικίες διασώζονται.Στο μουσείο της Δημητσάνας που στεγάζεται στη Βιβλιοθήκη, εκτίθενται υφαντά,αργαλειοί, είδη λαϊκής τέχνης και αρχαιολογική συλλογή. Λίγο έξω από τη Δημητσάνα βρίσκεται και το Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης, που στόχο έχει την ανάδειξη των παραδοσιακών υδροκίνητων εγκαταστάσεων που παλιότερα ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένες στην περιοχή.

Στην θέση της σημερινής Δημητσάνας υπήρχε η αρχαία Αρκαδική πόλη Τεύθις η οποία είχε συμμετάσχει στον Τρωικό πόλεμο αλλά και στον εποικισμό της Μεγαλόπολης.

Το 963 μ.Χ. ιδρύεται η Μονή Φιλοσόφου, 2,5 χιλιόμετρα έξω από τη Δημητσάνα.Το όνομα Δημητσάνα αναφέρεται για πρώτη φορά το 967 μ.Χ. σε πατριαρχικό έγγραφο σχετικό με την Μονή Φιλοσόφου. Το 1764 ένας σοφός καλόγερος, ο Αγάπιος, έχτισε βιβλιοθήκη και μετέφερε τα βιβλία από το μοναστήρι. Η βιβλιοθήκη μεγάλωνε συνεχώς μέχρι το 1821, γιατί το Πατριαρχείο έδινε νέα βιβλία καθώς στη Δημητσάνα λειτουργούσε ιερατική σχολή που έγινε γνωστή με τ’ όνομα «Φροντιστήριο Ελληνικών Γραμμάτων». Η σχολή της Δημητσάνας λειτούργησε από το 1764 και από αυτή αποφοίτησαν πολλοί μητροπολίτες και λόγιοι, ανάμεσά τους ο Γρηγόριος ο Ε’ και ο Παλαιών Πατρών Γερμανός.

Κατά τη διάρκεια του αγώνα του 1821, μεγάλο μέρος της βιβλιοθήκης καταστράφηκε, γιατί οι Έλληνες χρειάζονταν το χαρτί για να φτιάχνουν φυσέκια στους 14 μπαρουτόμυλους της Δημητσάνας, που δούλευαν νύχτα μέρα τροφοδοτώντας τους αγωνιστές. Για το λόγο αυτό η Δημητσάνα ονομάστηκε «μπαρουταποθήκη του Έθνους».Οι πρώτοι μπαρουτόμυλοι κατασκευάστηκαν με το πρόσχημα της οικοτεχνίας, στα μέσα του 18ου αιώνα, από τον μητροπολίτη Ανανία Λακεδαιμονίας που προετοίμαζε εξέγερση κατά των Τούρκων. Το κίνημα αποκαλύφθηκε και το 1764 εκτελέστηκε ο ίδιος όπως και οι συνεργάτες του.

Η Δημητσάνα είναι πετρόχτιστος οικισμός με αξιόλογα αρχοντικά, τα περισσότερα από τα οποία είναι αναστηλωμένα σήμερα. Ο οικισμός είναι χαρακτηριστικό δείγμα αρχιτεκτονικής της Γορτυνίας και είναι χαρακτηρισμένος παραδοσιακός.

Αξιοθέατα στο εσωτερικό του οικισμού αποτελούν η Βιβλιοθήκη Δημητσάνας, το αρχοντικό του Γρηγορίου του Ε΄, το δημοτικό σχολείο κ.α. Η βιβλιοθήκη στεγάζεται σε τμήμα του χώρου της Σχολής Δημητσάνας. Ιδρύθηκε το 1764 και εμπλουτιζόταν με βιβλία επί 57 έτη. Σήμερα αριθμεί περισσότερους από 35.000 τόμους, χειρόγραφα και έγγραφα.

Το δημοτικό σχολείο χτίστηκε την περίοδο 1898-1910 με δωρεά του Ανδρέα Συγγρού. Αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα διτάξιου σχολείου εκείνης της περιόδου. Λειτούργησε ως το 1930 ως σχολείο θηλέων και στην συνέχεια στέγασε το ειρηνοδικείο Ψωφίδος.

Στην ευρύτερη περιοχή σημαντικά αξιοθέατα είναι η παλαιά και νέα Μονή Φιλοσόφου καθώς και η Μονή Προδρόμου που βρίσκονται στο εσωτερικό του φαραγγιού του ποταμού Λούσιου. Λίγο έξω από τον οικισμό βρίσκεται το Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης που δημιουργήθηκε το 1997 με αναστήλωση εγκαταλελειμμένων προβιομηχανικών εγκαταστάσεων, που στηρίζονταν στην υδροκίνηση.

ΧΡΥΣΟΒΙΤΣΙ 4KM

Το Χρυσοβίτσι είναι ορεινό χωριό του νομού Αρκαδίας. Είναι χτισμένο σε υψόμετρο 1.100 μέτρων σε μία ελατοσκέπαστη πλαγιά του Μαινάλου και αποτελεί έναν από τους πιο ορεινούς οικισμούς της Πελοποννήσου. Έχει ανακηρυχθεί παραδοσιακός οικισμός. Βρίσκεται στα νοτιοδυτικά της Τρίπολης, σε απόσταση 21 χιλιομέτρων.

Το Χρυσοβίτσι είναι από τα πιο ιστορικά χωριά της Αρκαδίας. Ως οργανωμένος οικισμός υπάρχει ήδη από το 15ο αιώνα. Γύρω στα 1700, αναφέρεται σαν Chrissovizzi σε ενετική απογραφή και λίγο αργότερα, παραφθαρμένο σε Ξοβίτζι σε πατριαρχικό έγγραφο, ή Ξωβίτσι. Το χωριό υπήρξε κέντρο δράσης των επαναστατών του 1821. Βρίσκεται κοντά στο Λιμποβίσι, χωριό του Κολοκοτρώνη. Εδώ είχε το ιδιαίτερο γραφείο του ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης με γραμματέα του τον Αναγνώστη Ζαφειρόπουλο από το Ζυγοβίτσι. Πολλοί αγωνιστές είχαν σαν γενέτειρά τους το Χρυσοβίτσι, όπως ο ξακουστός Κουντάνης, ξάδερφος του Κολοκοτρώνη.

Το 1935, στο χωριό άρχισε να λειτουργεί εργοστάσιο επεξεργασίας ξυλείας μέχρι το 1972. Οι εγκαταστάσεις του σήμερα χρησιμοποιούνται για το Μουσείο Δασικής Ιστορίας Μαινάλου.

ΛΙΜΠΟΒΙΣΙ 10KM

Χωμένο στο ελατοδάσος και μέσα στις μεγάλες χαράδρες του Μαινάλου, σευψόμετρο 1200μ, ανάμεσα στο Χρυσοβίτσι και την Πιάνα και σε πανέμορφη και δύσβατητοποθεσία, ευρίσκεται το Λιμποβίσι (ή Λιμποβίτσι), το ένδοξο χωριό των Κολοκοτρωναίων. Εδώ έζησαν οι Κολοκοτρωναίοι, και μεγάλωσε και κατοικούσε κατά καιρούς ο αρχιστράτηγος Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.

Το Λιμποβίσι ήκμασε επί Ενετοκρατίας και Τουρκοκρατίας. Μάλιστα, η απογραφή των Ενετών το 1711 κατέγραψε 500 κατοίκους.Ο χώρος του άλλοτε κραταιού αρκαδικού χωριού καταλαμβάνει σήμερα ένα μικρό πλάτωμα, που έχει διαμορφωθεί σε σύγχρονο μικρό πάρκο. Σε τίποτα σήμερα δεν θυμίζει την ύπαρξη του χωριού, παρά μόνο λιγοστά χαλάσματα. Τα μόνα οικήματα που περιέχει είναι το ανακατασκευασμένο σπίτι των Κολοκοτρωναίων, η παλιά εκκλησία του Αϊ- Γιάννη, όπου εκκλησιαζότανo Γέρος του Μοριά και τα παλικάρια του, ένα αναψυκτήριο, όπως και ένα μικρό οίκημα των φυλάκων.

Το ανακατασκευασμένο σπίτι του Κολοκοτρώνη είναι ένα λιθόκτιστο κτήριο, κτισμένο σύμφωνα με τις μαρτυρίες, κατά τα πρότυπα του παλαιού, και σε σημείο δίπλα από την αρχική του θέση(ακριβώς δίπλα υπάρχουν ερείπια παλιού σπιτιού). Η ανέγερσή του έγινε το 1990 με δαπάνη του επιχειρηματία Π. Αγγελόπουλου, ο οποίος και χρηματοδότησε τη διαμόρφωση και τον εξωραϊσμό του γύρω χώρου. Σήμερα το σπίτι λειτουργεί σαν ανοικτό μουσείο και φιλοξενεί σύγχρονο εικονογραφικό υλικό από τη ζωή και δράση του Θ.Κολοκοτρώνη.

ΣΤΕΜΝΙΤΣΑ 12KM

Η Στεμνίτσα είναι ορεινό χωριό, χτισμένη στο Μαίναλο σε ύψος 1080 μέτρων. Είναι χαρακτηρισμένη ως παραδοσιακός οικισμός.

Η περιοχή είναι γνωστή, από την αρχαιότητα, ως Υψούς. Σύμφωνα με τη μυθολογία, η αρχαία Υψούς χτίστηκε από τον Υψούντα, έναν από τους πενήντα γιους του βασιλιά της Αρκαδίας Λυκάονα. Αναφορά για την Υψούντα γίνεται και από τον Παυσανία στα “Αρκαδικά”.

Είναι άγνωστο πότε ακριβώς μετονομάστηκε σε Στεμνίτσα, αλλά εικάζεται ότι έγινε τον 7ο αιώνα μ.Χ., μετά την εποίκιση των περιοχών από Σλάβους, καθώς στα Σλαβικά,Στεμνίτσα σημαίνει τόπος δασώδης και σκιερός. Γνώρισε μεγάλη ακμή κατά τη βυζαντινή περίοδο, όταν ήταν γνωστές οι στεμνιτσιώτικες καμπάνες.

Στην επανάσταση του 1821 έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο. Ήταν η έδρα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη που την αποκαλούσε χωριατοπούλα του Μοριά. Ως επακόλουθο του ρόλου της στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, διατέλεσε έδρα της πρώτης Πελοποννησιακής Γερουσίας και πρώτη άτυπη πρωτεύουσα του επαναστατημένου Ελληνικού έθνους για μια ημέρα, την 27η Μαΐου του 1821,  ημερομηνία κατά την οποία έλαβε μέρος η Α’ Πελοποννησιακή Γερουσία στην Ι.Μ. Χρυσοπηγής στη Στεμνίτσα.

Από τη Στεμνίτσα καταγόταν ο Δημήτριος Σφήκας, αγωνιστής της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, ο οποίος είχε πάρει μέρος στην περίφημη Μάχη του Σκουλενίου (17 Ιουνίου 1821), ενός χωριού της σημερινής Ρουμανίας. Μεγάλης ιστορικής σημασίας έχουν και οι «Αναμνήσεις» του για τα γεγονότα του 1821 στη Δακία. Λόγω του δύσβατου εδάφους της περιοχής ο κόσμος στράφηκε προς το εμπόριο και την αργυροχρυσοχοΐα. Στη Στεμνίτσαυπάρχει και η σχολή Αργυροχρυσοχοΐας του Τ.Ε.Ε. Στεμνίτσας.

Αξίζει κανείς να επισκεφθεί το τοπικό Λαογραφικό μουσείο.

ΚΑΡΥΤΑΙΝΑ 28KM

Η Καρύταινα είναι χωριό χτισμένο σε κορυφή λόφου, γύρω από το μεσαιωνικό κάστρο. Βρίσκεται στο χώρο της αρχαίας Βρένθης. O οικισμός διακρίνεται ιδιαίτερα για τον μεσαιωνικό του χαρακτήρα που του προσδίδουν τα σπίτια, το κάστρο και οι βυζαντινού ρυθμού εκκλησίες.

Η Καρύταινα αναφέρεται για πρώτη φορά τον 13ο αιώνα, κατά τη διάρκεια της Φραγκοκρατίας στην Ελλάδα. Την περίοδο αυτή υπήρξε πρωτεύουσα μίας από τις βαρονίες των Φράγκων. Το κάστρο της Καρύταινας χτίστηκε στα μέσα του 13ου αιώνα. Για την κατασκευή του χρησιμοποιήθηκαν τα ερείπια της αρχαίας Βρένθης που ήταν χτισμένη στην ίδια τοποθεσία. Το εντυπωσιακό και ισχυρό κάστρο της Καρύταινας, προσέδωσε στην πόλη στρατηγική σημασία και την ασφάλισε αποτελεσματικά. Αργότερα, η Καρύταινα πέρασε στην εξουσία του Δεσποτάτου του Μορέως, καθώς το 1320 εξαγοράστηκε από τον Ανδρόνικο Παλαιολόγο.

Από το 1461 πέρασε στους Οθωμανούς. Στην τουρκοκρατία παρέμεινε σημαντικό εμπορικό κέντρο, που κατέλαβαν το 1821 οι Έλληνες. Το 1826 χρησιμοποίησε ο Κολοκοτρώνης το κάστρο της ως ορμητήριο κατά του Ιμπραήμ, και ως καταφύγιο των γυναικών και των παιδιών. Μετά την ίδρυση του Ελληνικού κράτους, η Καρύταινα υπήρξε πρωτεύουσα του τοπικού δήμου της περιοχής, του Δήμου Γόρτυνος, ο οποίος λειτούργησε αρχικά στο διάστημα 1835-1912. Το 1912 ο δήμος καταργήθηκε και η Καρύταινα έγινε έδρα της ομώνυμης κοινότητας.

Η Καρύταινα είναι ανακηρυγμένος παραδοσιακός οικισμός, καθώς διατηρεί το χρώμα της μεσαιωνικής καστροπολιτείας. Κύριο αξιοθέατο είναι το κάστρο της, χτισμένο στην κορυφή του λόφου πάνω από τον οικισμό. Έχει μήκος που ξεπερνά τα 110 μέτρα και πλάτος που ξεπερνά τα 40. Τα τείχη του φτάνουν σε ύψος μέχρι τα 7 μέτρα και σε πλάτος μέχρι τα 2. Κοντά στην Καρύταινα ρέει ο ποταμός Αλφειός, ο οποίος σχηματίζει στα δυτικά της Καρύταινας μεγάλο φαράγγι, συμβάλλοντας στη φυσική οχύρωση της περιοχής.

Πάνω στον Αλφειό, κοντά στην Καρύταινα, διασώζονται δύο παραδοσιακά γεφύρια, το γεφύρι του Κούκου και το γεφύρι της Καρύταινας. Το πρώτο είναι μονότοξο,χτισμένο το 1880 και διασώζεται σήμερα σε καλή κατάσταση. Το δεύτερο ήταν πεντάτοξο, όμως σε μία μάχη την περίοδο του εμφυλίου καταστράφηκε η κύρια καμάρα του και παραμένει έως σήμερα κατεστραμμένο. Δίπλα του διέρχεται ο σύγχρονος αυτοκινητόδρομος που συνδέει την Καρύταινα με την Μεγαλόπολη.

Στην περιοχή αυτή λειτουργούσαν στο παρελθόν πολλοί νερόμυλοι, ερείπια των οποίων σώζονται ακόμα. Η Καρύταινα έχει εντυπωσιακή εικόνα όταν την αντικρίζει ο επισκέπτης από μακριά.Παλαιότερα απεικονιζόταν στην μία πλευρά του χαρτονομίσματος των 5.000 δραχμών. Ο Συγγραφέας Νίκος Καζαντζάκης, όταν την επισκέφθηκε, την χαρακτήρισε Τολέδο της Ελλάδας.

ΑΛΩΝΙΣΤΑΙΝΑ 25KM

Η Αλωνίσταινα είναι ορεινό χωριό του νομού Αρκαδίας. Είναι χτισμένη σε υψόμετρο 1.150 μέτρων στις πλαγιές του Μαινάλου, αποτελεί έναν από τους πιο ορεινούς οικισμούς της Πελοποννήσου και έχει χαρακτηριστεί παραδοσιακός οικισμός.

Το Κεφαλόβρυσο, ονομαστή πηγή, είναι το αγίασμα του Αγίου Νικολάου που τιμάται στην Αλωνίσταινα. Το χωριό είναι πολύ γνωστό για τις άφθονες πηγές και βρύσες του. Τα παλιά χρόνια τα χάνια της Αλωνίσταινας ήταν ξακουστά για τη φιλοξενία που πρόσφεραν στους στρατοκόπους. Κοντά στο κεφαλάρι του Αγίου Νικολάου βρίσκονται τα ερείπια από ένα τέτοιο χάνι.

Τα σπίτια του χωριού είναι φτιαγμένα από λαγκαδιανούς μαστόρους, φημισμένους για την τέχνη τους. Έχουν μεγάλα τοξωτά ανοίγματα και πυργόσχημη κατασκευή. Η περιοχή έχει και μεγάλο αρχαιολογικό ενδιαφέρον, αφού έχουν έρθει στο φως σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα. Η Αλωνίσταινα ανήκει στις αρχαίες πόλεις που συνδέονταν με τους περίφημους αρμακάδες, τους δρόμους της αρχαιότητας οι οποίοι συνέθεταν το τότε εμπορικό δίκτυο. Από την Αλωνίσταινα καταγόταν η μητέρα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, Ζαμπία Κωτσάκη. Στην Αλωνίσταινα έζησε ο Γέρος του Μοριά στα παιδικά του χρόνια.

ΕΛΛΗΝΙΚΟ 19KM

Το Ελληνικό βρίσκεται νότια της Στεμνίτσας και είναι χτισμένο πάνω σε τρεις μικρούς λόφους σε υψόμετρο 700 μ. Η ιστορία του Ελληνικού ξεκινάει γύρω στον 15o αιώνα και συγκεκριμένα το 1515 όπου παρουσιάζεται στην απογραφή της οθωμανικής αυτοκρατορίας στα Οθωμανικά αρχεία, ως φέουδο του Αχμέτ Μπέη με πληθυσμό αποτελούμενο από 41 οικογένειες, 5 αγάμους και 1 χήρα.Η ονομασία “Ελληνικό” δόθηκε το 1927 από το γνωστό τοπωνύμιο που υπάρχει βόρεια του χωριού και σε μικρή απόσταση απ’ αυτό.

Κατά τη διάρκεια του αγώνα του 1821 έχουμε πολλές αναφορές για αγωνιστές καταγόμενους από το Ελληνικό, όπως ο οπλαρχηγός Σάββας Νικολόπουλος και οι στρατιώτες Παύλος Λαγοδήμος, Βασίλης Μπαρμπαλιάς, Διαμαντής Παπαβασιλόπουλος καιΚων/νος Ταλούμης. Βαρύ φόρο αίματος πλήρωσε το χωριό τόσο κατά τον Α Παγκόσμιο πόλεμο όσο και κατά τον Β Παγκόσμιο πόλεμο.

Το Ελληνικό είναι το μεγαλύτερο χωριό του δήμου Τρικολώνων στην καρδιά της μυθικής Αρκαδίας. Η περιοχή αυτή ονομαζόταν κατά την αρχαιότητα Ευτρησία και περιλάμβανε τις πόλεις Τρικόλωνοι, Ζοιτία, Θυραίον και Υψούς. Την σημερινή του ονομασία οφείλει το χωριό στην τοποθεσία “Ελληνικό” βορείως του οικισμού, όπου εντοπίστηκαν αρχαιοπρεπείς ογκόλιθοι, ανήκοντες σε αρχαίο φρούριο ή ναό. Το χωριό Ελληνικό δικαιολογεί και φέρει το όνομά του επάξια μια και αποτελεί μικρογραφία της Ελληνικής Ιστορίας στις μεγαλύτερες στιγμές της.

Αγαπημένος προορισμός αρχαιολατρών, φυσιολατρών, θαυμαστών της βυζαντινής μας παράδοσης και της σύγχρονης ιστορίας, όπου βρίσκουν στο Ελληνικό το κατάλληλο εφαλτήριο, λόγω της τοποθεσίας του στην καρδιά της Αρκαδίας.